Ντοκουμέντα της εποχής που δημοσιεύονται πρώτη φορά.

του Δημήτρη Σγούρου

Η τριπλή κατοχή της χώρας μας από Γερμανούς, Ιταλούς και Βουλγάρους άρχισε στις 27 Απριλίου του 1941 μετά την κατάληψη της Αθήνας. Είχαν περάσει μόλις 6 μήνες από το έπος του ’40.
Είναι η εποχή που αρχίζει το μεγάλο μαρτύριο του ελληνικού λαού, με τη στέρηση της ελευθερίας και της τροφής, αλλά ταυτόχρονα αναδεικνύεται και το μεγαλείο του, καθώς από την πρώτη στιγμή αρχίζουν οι μεμονωμένες αντιστασιακές πράξεις που θα οδηγήσουν στην οργανωμένη και μαζική αντίσταση κόντρα στους κατακτητές.
Τις μέρες της κατοχής στο Αυλωνάρι προσπαθεί να προσεγγίσει το ακόλουθο γραπτό.

Στις 20 Απριλίου 1941, μετά και την κατάρρευση του μετώπου στη δυτική Μακεδονία, διαφαινόταν το αναπότρεπτο της ήττας και το τέλος της ελληνικής αντίστασης. Ήταν μια νίκη καθαρά γερμανική. Στις 27 Απριλίου 1941 οι γερμανικές δυνάμεις εισήλθαν στην Αθήνα. Μόλις τρεις μέρες αργότερα οι γερμανικές αρχές συναινούσαν στο σχηματισμό κυβέρνησης με επικεφαλής το στρατηγό Τσολάκογλου. Η νόμιμη κυβέρνηση Τσουδερού και ο βασιλιάς εγκατέλειπαν την πρωτεύουσα για την Κρήτη.
Στην Εύβοια οι πρώτοι Γερμανοί στρατιώτες αποβιβάστηκαν χωρίς να συναντήσουν αντίσταση στους Ωρεούς στις 8 το πρωί της 23ης Απριλίου με το πλοίο της γραμμής από το Βόλο που είχε καταληφθεί την προηγούμενη. Ως την επόμενη μέρα δύο επιταγμένα καίκια το «Ελένη» και το «Άγιος Νικόλαος», αποβίβασαν στην Εύβοια περίπου 500 άντρες. Στις 24 Απριλίου τμήματα της 5ης Ορεινής Μεραρχίας που πολεμούσε στις Θερμοπύλες, από τη Στυλίδα πέρασαν στα Λουτρά Αιδηψού και συνάντησαν στην Ιστιαία τα άλλα γερμανικά τμήματα. Τη διοίκησή τους είχε αναλάβει ο ίλαρχος Γιακόμπι διοικητής του 2ου λόχου του 143 Συντάγματος της 6ης Ορεινής Μεραρχίας.
Στη συνέχεια και τις επόμενες μέρες οι φάλαγγες των Γερμανών στρατιωτών κατευθύνθηκαν προς την Χαλκίδα η οποία και κατελήφθη. Έτσι η Αιδηψός, η Αγία Άννα, το Μαντούδι κατελήφθησαν στις 24 Απριλίου. Τα Ψαχνά και η Χαλκίδα στις 25. Η Λίμνη και η Κύμη στις 30. Και η Κάρυστος στις 7 Ιουνίου.
Στο Αυλωνάρι οι Γερμανοί ήρθαν ακόμη αργότερα. Οι Αυλωναρίτες που ρώτησα και έζησαν εκείνα τα χρόνια θυμούνται τις φάλαγγες των Γερμανών που περνούσαν από τα Χάνια και πήγαιναν προς την Κύμη. Ήταν στις 30 Απριλίου. Τις κοιτούσαν ψηλά από την πλατεία και το προαύλιο της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου. Είχε μαζευτεί λίγος κόσμος, κυρίως ήτανε παιδιά. Καμιά ομάδα γερμανών στρατιωτών δεν έστριψε τότε να έρθει στο Αυλωνάρι.
Οι πρώτοι γερμανοί στρατιώτες ήρθαν στο Αυλωνάρι στις 21 Ιουνίου. Χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες. Η μία ομάδα στρατοπέδευσε στο Γκουβελάρη, η δεύτερη στη περιοχή Γενησάρικο ( εκατό μέτρα νότια του Γεωργικού Συνεταιρισμού) και η τρίτη δυτικά της Αγίας Βαρβάρας. Η επίσημη παράδοση του Αυλωναρίου έγινε από τον πρόεδρο της Κοινότητας Γεώργιο Παπαναστασίου στις 28 Ιουνίου 1941 όπως φαίνεται από επίσημο έγγραφο της κοινότητας, το οποίο δημοσιεύεται ασχολίαστο για πρώτη φορά σήμερα και βρίσκεται μαζί με άλλα έγγραφα στο αρχείο του ΡΟΠΤΡΟΥ. Το έγγραφο είναι μεταφρασμένο και στα Γερμανικά.

Αυλωνάριον 28 Ιουνίου 1941
Κύριε Διοικητά
Διερμηνεύων τα αισθήματα των συμπολιτών μου, σας εκφράζω τας ειλικρινείς ευχαριστίες μου, δια την ευγενή συμπεριφορά του Στρατού σας προς τους κατοίκους της Κοινότητός μου.
Όταν προ επταημέρου ήλθατε εις την κωμόπολίν μας, σας είπον ότι πρέπει να πιστεύσητε, πως ευρίσκεσθε μέσα σε φιλικόν περιβάλλον. Το διαρρεύσαν από της ελεύσεώς σας διάστημα, ήρκησεν, ώστε η πεποίθησις την οποίαν είχομεν, δια τα έναντι των Ελλήνων αισθήματα του Γερμανικού Έθνους, επιβεβαιωθή εμπραγμάτως.
Εκτιμώντες δεόντως και όλως ιδιαιτέρως τα εξόχως ευγενή αισθήματα Υμών, των αξιοματικών και στρατιωτών σας, δύναμαι να Σας διαβεβαιώσω κ. Διοικητά σήμερον, ότι ευρισκόμενοι εις την Κοινότητά μας, πρέπει να θεωρήσητε, ότι ευρίσκεσθε εις την ιδίαν σας Πατρίδα.
Μετ’ εξαιρέτου τιμής
Γεώργιος Παπαναστασίου
Πρόεδρος της Κοινότητος

Όμως ο Γερμανός Διοικητής, επειδή ο Πρόεδρος της Κοινότητας δεν έχει θέσει την υπογραφή του στο κείμενο προσφώνησης του απαντά γραπτώς σε αυστηρό τόνο, στη πίσω πλευρά της σελίδας.

Κ. Πρόεδρε
Η υπογραφή τίθεται ιδιοχείρως (εκτός εις την μετάφρασιν) και μόνον εάν υπάρχει σκοπιμότης υπεκφυγής μηχανοποιείται, αλλά εδώ δεν νομίζω ότι υπάρχει τοιαύτη περίπτωσις. Επιστρέψατέ μου γρήγορα την επιστολήν.

Προφανώς την απάντηση του Γερμανού Διοικητή την διάβασε μεταφρασμένη ο Πρόεδρος της Κοινότητας Αυλωναρίου, δόθηκαν «οι πρέπουσες» εξηγήσεις και ο Γερμανός του ξαναγράφει στη συνέχεια.

Κύριε Πρόεδρε
Συγνώμην δια την παρανόησιν, πάντοτε θα είσθε εν τάξει


Όταν έφθασαν οι Γερμανοί στη πλατεία του Αυλωναρίου υπήρχε ελάχιστος κόσμος. Πρώτος πήγε και τους χαιρέτησε ο Κώστας Φραγκής, ο οποίος όπως έμαθα είχε πιαστεί αιχμάλωτος των Γερμανών στο Α! Παγκόσμιο πόλεμο. Ο υπόλοιπος κόσμος δεν αντέδρασε καθόλου. Μάλλον ήταν αδιάφορος.
Στη διάρκεια της κατοχής τα καφενεία, τα μπακάλικα και τα υπόλοιπα καταστήματα του Αυλωναρίου λειτουργούσαν κανονικά. Οι Γερμανοί στρατιώτες ψώνιζαν από τα μπακάλικα και πλήρωναν πάντοτε σε μάρκα. Το Δημοτικό σχολείο που λειτουργούσε στο κτίριο του Συγγρού έκλεισε, αφού το επίταξαν οι Γερμανοί. Στο προαύλιό του είχαν εγκαταστήσει τα μαγειρεία τους οι στρατιώτες που είχαν στρατοπεδεύσει στο Γκουβελάρη. Το σχολείο άνοιξε τον Σεπτέβριο και λειτούργησαν η Α! και η Β! τάξη στην εκκλησία του Αϊ-Γιώργη, η Γ! και η Δ! τάξη σε ένα δωμάτιο στο σπίτι του Σπυρόπουλου και η Ε! με την ΣΤ! τάξη στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας. Διευθυντής του σχολείου ήταν ο Αναστάσιος Τσακλάνος και δασκάλες η Άννα Τζανή με την Ευαγγελία Παπαϊωάννου. Ο Τσακλάνος έλεγε στους μαθητές να μη καλημερίζουν του Γερμανούς και να τους περιφρονούν γιατί ήρθαν στη χώρα μας σαν κατακτητές. Το ημιγυμνάσιο Αυλωναρίου δεν λειτουργούσε τότε, αφού είχε καταργηθεί το 1938. Το Αστυνομικό Τμήμα Αυλωναρίου λειτουργούσε κανονικά.
Σπίτια που επίταξαν οι Γερμανοί ήταν του Θεμιστοκλή Κατσίκα και του Χρήστου Κοτρόζου (Κουτσαβάγκου) για να μένουν σ’ αυτά οι αξιωματικοί τους. Το Φρουραρχείο τους, την περίφημη Κομμαντατούρ, το είχαν στο σπίτι του Χρήστου Κοτρόζου. Εδώ δημοσιεύω έγγραφο του Φρουραρχείου των Γερμανών στο Αυλωνάρι με ημερομηνία 28 Ιουνίου 1941 που δείχνει τα υλικά που είχε το Φρουραρχείο.
Οι Γερμανοί στρατιώτες δεν είχαν επαφές με Αυλωναρίτες. Εκτός των συναλλαγών τους με τα μπακάλικα, πολλά παιδιά τους πήγαιναν αυγά, πεπόνια, καρπούζια, τα οποία και τους τα πλήρωναν σε μάρκα ή με ψωμί. Η αναλογία τους πρώτους μήνες της Γερμανικής κατοχής ήταν ένα μάρκο ίσον με πενήντα δραχμές. Πολλές φορές πήγαιναν τα άλογά τους στον Πετραλά που είχε σιδεράδικο στη Βορνά για να τους τα πεταλώσει. Είχαν άλογα Ουγγαρέζικα, που στα μάτια του κόσμου έδειχναν τεράστια. Το πρωί μετά την σουηδική γυμναστική που έκαναν τα πήγαιναν για βοσκή στις καλαμιές, στη Ρέουσα.
Τα βράδια ανέβαιναν με τα όπλα στον ώμο στο δρόμο της Αγοράς. Με τους κατοίκους δεν είχαν ποτέ πάρε-δώσε, απλά τους χαιρετούσαν, ενώ σε ταβέρνα ή καφενείο δεν έμπαιναν ποτέ. Μαζί τους οι Γερμανοί είχαν φέρει και γιατρό. Δυο φορές είχαν φέρει θέατρο με γερμανικό θίασο που έδωσε παραστάσεις στο προαύλιο του Δημοτικού Σχολείου για την ψυχαγωγία των στρατιωτών τους. Πολλά παιδιά είχαν τότε μαζευτεί για να δουν το θέατρο.
Τους καλοκαιρινούς μήνες του 1941 δεν υπήρξαν μεγάλες ελλείψεις σε τρόφιμα. Τον χειμώνα όμως του 1941υπήρξε τρομακτική έλλειψη, η λεγόμενη «κατοχική πείνα», που όσοι δεν την έζησαν δύσκολα μπορούν να την κατανοήσουν. Βασικό προϊόν το λάδι που ευτυχώς αρκετοί Αυλωναρίτες είχαν φροντίσει να αποθηκεύσουν για ώρα ανάγκης. Το σιτάρι με τα όσπρια ήταν λιγοστά. Με ανταλλαγή λαδιού συμπληρώνονταν κι’ αυτά. Τα κηπευτικά είδη στην περίοδο του καλοκαιριού περιόρισαν στο ελάχιστο την κατανάλωση των οσπρίων. Κατά το φθινόπωρο πάλι τα λάχανα, τα κουνουπίδια και τα χόρτα όλο το χειμώνα με μπόλικο λάδι, αποτελούσαν τη βασική τροφή του κόσμου.
Στα πάρα πάνω πρέπει να προστεθούν τα φρέσκα σύκα το καλοκαίρι και τα ξερά το χειμώνα, που μαζί με τα αμύγδαλα και τα καρύδια ήταν τα γλυκίσματα της εφιαλτικής εκείνης περιόδου. Για ζάχαρη χρησιμοποιούσαν το πετιμέζι και όσοι είχαν μελίσσια το μέλι. Με αυτά αντικαθιστούσαν τη ζάχαρη που σπάνιζε τότε.
Βέβαια η παραγωγή σιταριού το καλοκαίρι του 1941 ήταν αρκετά περιορισμένη σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά κι’ αυτό διότι ο προηγούμενος χειμώνας ήταν αρκετά ήπιος και δεν είχε πολλές βροχές. Βέβαια οι νερόμυλοι του Αυλωναρίου, όπως και ο αλευρόμυλος του Γεωργικού Συνεταιρισμού δεν σταμάτησαν καθόλου την λειτουργία τους. Όμως παρατηρήθηκε μερική έλλειψη ψωμιού στους κατοίκους αλλά και στους Γερμανούς στρατιώτες. Αυτό επισημαίνει και με την αναφορά του ο Γερμανός ανθυπολοχαγός Habermeier, Φρούραρχος του Αυλωναρίου, προς το Φρουραρχείο Θεσσαλονίκης ζητώντας να υποστηρίξει αίτηση του Προέδρου της Κοινότητας Αυλωναρίου «δια την λήψιν σιτηρών και αλεύρων».

Φρουραρχείον Αυλωναρίου 13-7-1941
24971

Προς το Φρουραρχείον Θεσσαλονίκης

Το Φρουραρχείον Αυλωναρίου πιστοποιεί εν τη πλήρει του εκτάσει την έκθεσιν του εδώ Προέδρου της Κοινότητος σχετικώς με την επισιτιστικήν κατάστασιν της Κοινότητος. Οι δηλωθέντες αριθμοί υπό του Προέδρου δια την μείωσιν των σιτηρών ένεκεν της κακής παραγωγής φαίνονται πέρα για πέρα αξιόπιστοι. Ημείς οι ίδιοι κάμνωμεν την διαπίστωσιν τούτου ενώ οι κάτοικοι ζητούν ψωμί από τους στρατιώτας μας και τούτο ευθύς αμέσως μετά τον θερισμόν. Εάν δεν επακολουθήσει μία επαναδιανομή άρτου μετ’ ου πολύ θα επέλθη πολύ σοβαρωτέρα έλλειψις.
Επειδή το εδώ τάγμα μας δια την τωρινήν του διατροφήν εντέλεται την αγοράν των τροφίμων του από τους κατοίκους, έχομεν και ημείς οι ίδιοι ενδιαφέρον δια την ζητουμένην διανομήν. Δι’ αυτούς τους λόγους σας παρακαλώ να υποστηρίξετε αποτελεσματικώς τον Πρόεδρον της Κοινότητος εις την αίτησίν του δια την λήψιν σιτηρών και αλεύρων.

Habermeier
Ανθυπολοχαγός, Φρούραρχος

Όμως η έλλειψη τροφίμων είχε να κάνει και με την επιστροφή πολλών οικογενειών Αυλωναριτών που διέμεναν μέχρι πριν στην Αθήνα και την Χαλκίδα και λόγω του πολέμου με τους Ιταλούς εγκατέλειψαν τις πόλεις. Είχε παρατηρηθεί τότε το αδιαχώρητο στο Αυλωνάρι. Γέμισαν όλα τα σπίτια κόσμο με αποτέλεσμα μεγάλη αύξηση του πληθυσμού. Το Αυλωνάρι ξεπέρασε τους 2000 κατοίκους οι οποίοι αυξήθηκαν ακόμη περισσότερο τα επόμενα χρόνια της κατοχής, αφού κάτοικοι από τα χωριά της Κύμης εγκαταστάθηκαν στο Αυλωνάρι λόγω της πείνας.
Την έλλειψη αλεύρου έχει επισημάνει και ο Διοικητής του Σταθμού Χωροφυλακής Αυλωναρίου, παραμονές της Γερμανικής κατοχής στο Αυλωνάρι, ο οποίος με έγγραφό του προς τον Συνεταιρισμόν Αυλωναρίου στις 18 Απριλίου 1941 ζητεί να αλευροποιήσει «τον ευρισκόμενον εις χείρας σας σίτον και παραδώσητε τούτον εις τους εμπόρους Ιωάννην Κούκην και Νικόλαον Παππάν ίνα διατεθή εις το κοινόν της κωμοπόλεως επί αμέσω καταβολή του αντιτίμου παρά των εν λόγω εμπόρων».
Όμως η κατοχική πείνα του χειμώνα 1941-1942 δεν είχε προηγούμενο. Ο κόσμος περιόρισε στο ελάχιστο τις ανάγκες του και όλοι στη διατροφή τους είχαν για καλύτερο πιάτο τα άγρια χόρτα και την μπομπότα (πίτα φτιαγμένη με αλεύρι από καλαμπόκι). Κάποιες φορές έγιναν διανομές ζαχαρίνης από τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό σε οικογένειες που είχαν μικρά παιδιά. Οι μεγάλοι περιορίζονταν στα ροφήματα με πετιμέζι, σύκα αμύγδαλα και καρύδια. Ακόμα και τα κρεμμύδια με τα σκόρδα είχαν την δική τους διατροφική αξία στο τραπέζι της οικογένειας. Πολλοί που έτρεφαν κατσίκες, πρόβατα, κότες είχαν κρέας αλλά δεν είχαν ψωμί, το έτρωγαν σκέτο. Από τις κατσίκες πάλι μάζευαν το γάλα για να πίνουν κυρίως τα παιδιά και όσο περίσσευε το έκαναν τυρί και έπιναν οι μεγάλοι το τυρόγαλο. Πολλά παιδιά πήγαιναν στα μαγειρεία των Γερμανών την ώρα που έτρωγαν και ότι περίσσευε οι Γερμανοί τους το μοίραζαν. Έμπαιναν τα παιδιά στη σειρά με ένα τενεκεδάκι στο χέρι και το γέμιζαν ρύζι, μακαρόνια, μπιζέλια και έτσι έτρωγαν. Θύματα από τον υποσιτισμό στο Αυλωνάρι δεν υπήρξαν.
Χρήματα ο κόσμος δεν είχε. Αγόραζες συνήθως είδος με είδος. Έδινες λάδι και έπαιρνες σιτάρι ή καλαμπόκι. Μαύρη αγορά σε μεγάλη έκταση στο Αυλωνάρι δεν είχαμε. Όμως υπήρξαν άνθρωποι που έκαναν τέτοιες συναλλαγές, όπως ο Σταύρος Παπαγεωργίου (Κοραρής), ο Πτολεμαίος Παπασταματίου, ο Παναγιώτης Φραγκούλης. Για κάθε οκά λάδι έδιναν πέντε οκάδες καλαμπόκι.
Ο καφές έλειπε και πολλοί τον έφτιαχναν από ρεβίθια, ή κουκούτσια χαρουπιών, αφού τα καβούρντιζαν. Για τσιγάρα ούτε λόγος να γίνεται. Το τσιγάρο κόστισε ένα εκατομμύριο κατοχικές δραχμές και αν το έβρισκες και είχες να το πάρεις. Κάποιοι είχαν βρει σπόρο καπνού και είχαν φυτέψει κρυφά καπνό, αφού η καλλιέργειά του απαγορευόταν για να καλύψουν τις ανάγκες τους. Τα χωράφια που καλλιεργούσαν καπνό βρίσκονταν αριστερά όπως κατεβαίνουμε το δρόμο του Πόρου, από τη Γούβα μέχρι κάτω τον Κάναλη. Μέχρι σήμερα τα λένε ακόμα καπνοχώραφα. Θεριακλής στο τσιγάρο και στην καλλιέργεια καπνού ήταν ο Αριστοτέλης Ξυράφης (Τέλιος). Το μυαλό έπρεπε να δουλέψει για να μπορέσεις να επιζήσεις.
Τα βράδια απαγορευόταν να κυκλοφορήσεις ελεύθερα. Υποχρέωναν τον κόσμο να επιστρέφει με την δύση του ήλιου από τα χωράφια κι’ αυτό για να αποφεύγονται οι κλοπές στα κηπευτικά, τα σύκα ή τα σταφύλια. Έτσι ο κόσμος μαζεύονταν σε διάφορα σπίτια, κυρίως φιλικά ή συγγενικά που υπήρχε εμπιστοσύνη και οι συζητήσεις περιστρέφονταν γύρω από τα νέα των πολεμικών επιχειρήσεων στα διάφορα μέτωπα και τα επισιτιστικά προβλήματα. Αν θα γίνουν διανομές και πότε από τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό, που αποτελούσε τη μοναδική ελπίδα σωτηρίας κατά τη φοβερή εκείνη εποχή.
Εδώ δημοσιεύω άλλο ένα έγγραφο του Γερμανικού Φρουραρχείου Αυλωναρίου με ημερομηνία 13-7-1941 προς τον Πρόεδρο της κοινότητας Αυλωναρίου.

«Στο σπίτι του στρατηγού(;) λείπουν ακόμα μερικά πιάτα. Δεν έχουν φέρει ακόμα. Μεταφέρετε την εντολή μου στον Φαρμακοποιό το Atebrin(;) να δίνετε προς τους φτωχούς ανθρώπους χωρίς πληρωμή, αλλά με μία βεβαίωση από εσάς. Σε μη υπακοή των εντολών μου θα υπάρξουν κυρώσεις προς τον Φαρμακοποιό. Στο ιατρείο λείπουν ακόμα δύο ζευγάρια σεντόνια.
Να στείλετε και κάποιον να φέρει αυγά».

Ηabermaier
Ανθυπολοχαγός Φρούραρχος

Eδώ θα ήθελα να δημοσιεύσω άλλο ένα έγγραφο της Χωροφυλακής Αυλωναρίου προς τους προέδρους των κοινοτήτων του τέως Δήμου Αυλώνος με ημερομηνία 31 Μαίου 1941 που έχει να κάνει με την φιλοξενία εφέδρων Κρητών στρατιωτών στη περιοχή μας.

“Προς τους κ. Προέδρους Κοινοτήτων
Γνωρίζομεν υμίν ότι παρά της Νομαρχίας Ευβοίας απεστάλησαν ημίν ενταύθα 20 εκ των εφέδρων Κρητών οίτινες λόγω της καταστάσεως δεν δύνανται να αποσταλώσιν εις τας εστίας των.
Τούτους διανέμομεν ως κατωτέρω εις τας Κοινότητας του τέως δήμου Αυλώνος.
Θεωρούμεν περιττόν να επαναλάβωμεν ενταύθα τους λόγους οίτινες επιβάλλουσιν την υποστήρηξιν όλων μας, δια την συντήρησίν των εις την προτίμησιν της χρησιμοποιήσεως αυτών εις διαφόρους εργασίας εν αναλόγω ημερομισθίω.
Κοινότης Αυλωναρίου 5, Κοινότης Οκτωνιάς 4, Πυργίου 2, Ορίου 2, Ωρολογίου 2, Αχλαδερής 3 και Αγίου Γεωργίου 2”.

Τελικά οι Κρήτες οπλίτες ήρθαν στο Αυλωνάρι και κατασκήνωσαν στο παλιό Δημοτικό σχολείο , κάτω από τον Αϊ Νικόλα. Φαίνεται ότι ήταν Κρήτες στρατιώτες οι οποίοι μετά την συνθηκολόγηση του Τσολάκογλου ερχόμενοι από βορά δεν μπόρεσαν να επιστρέψουν στα χωριά τους λόγω της μάχης της Κρήτης και διασκορπίστηκαν με πρωτοβουλία των Νομαρχιών σε διάφορα μέρη. Φορούσαν κανονικά τις στρατιωτικές τους στολές, ανάμεσά τους υπήρχε και ένας λοχίας, ενώ για την σίτισή τους πρέπει να φρόντισε ο Πρόεδρος της Κοινότητας. Στο Αυλωνάρι έμειναν περίπου 40 με 45 ημέρες.
Οι Γερμανοί έφυγαν από το Αυλωνάρι τον Οκτώβριο του 1941 και πήγαν προφανώς στο Ρώσικο Μέτωπο. Τότε σε αντικατάστασή τους ήρθαν οι Ιταλοί. Γερμανοί στο Αυλωνάρι δεν ξαναστρατοπέδευσαν άλλη φορά. Περνούσαν και πήγαιναν στη Κύμη αλλά στο Αυλωνάρι δεν είχαν έρθει ποτέ.
Οι Ιταλοί που στρατοπέδευσαν στο Αυλωνάρι χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Η μία ήρθε πάνω στο χωριό και έμεινε στο παλιό Δημοτικό σχολείο, ενώ οι περισσότεροι έμειναν στα Χάνια. Για το σκοπό αυτό επίταξαν τα σπίτια του Ευάγγελου Φραγκούλη (σήμερα πρακτωρείο ΚΤΕΛ), του αδελφού του Δημήτριου Φραγκούλη (σήμερα γραφεία συνεταιρισμού Αβαλόνα) και του Αναστασόπουλου. Για το Διοικητήριό τους είχαν επιτάξει τον πρώτο όροφο της κατοικίας του Μήτσου Γεωργιάδη (Σότωτου). Ο επικεφαλής των Ιταλών έμενε στο σπίτι του Παναγιώτη Τσαγκάρη.
Όταν πριν πέντε χρόνια έκανε ανακαίνηση του κτιρίου του Ευάγγελου Φραγκούλη η Σοφία Σταμούλη μέσα σε μια σκαλεθούρα βρέθηκαν προσωπικά αντικείμενα του Ιταλού στρατιώτη Αlberto Melchiori. Ήταν η πολιτική του ταυτότητα, πολιτικές και στρατιωτικές φωτογραφίες τυλιγμένες σε ένα χακί ύφασμα.
Ακριβώς απέναντι από το Διοικητήριο οι Ιταλοί είχαν εγκαταστήσει σκοπιά και υπήρχε στρατιώτης όλο το εικοσιτετράωρο. Μάλιστα υποχρέωναν τους Αυλωναρίτες που περνούσαν από τον δρόμο να χαιρετίζουν τη σημαία τους που είχαν υψώσει εκεί. Οι Ιταλοί μου έμεναν στο Αυλωνάρι και στρατοπέδευσαν όπως είπαμε στο παλιό Δημοτικό σχολείο, εγκατέστησαν μια σκοπιά στη δυτική πλευρά του Άϊ Νικόλα. Ο επικεφαλής τους λεγόταν Τζίνο. Αυτοί είχαν σχέσεις και συναναστροφές με όλους τους Αυλωναρίτες. Μπαίνανε συνέχεια στα καφενεία, πίνανε πολύ κρασί και έπειτα φιγούρα, τραγούδι με κιθάρες και γκομενιλίκι. Τις περισσότερες φορές ήταν μεθυσμένοι. Πλήρωναν πάντοτε με κατοχικές δραχμές. Τα βράδια πήγαιναν στις γειτονιές και γινόντουσαν παρέα με τους Αυλωναρίτες. Πολλές φορές πήγαιναν στο ποτάμι, στο Μύλο του Παπαγιάνη, έπιαναν βατράχια, καβούρια, νεροχελώνες, τα μαγείρευαν και τα έτρωγαν.
Όσο καιρό κάθησαν στο Αυλωνάρι έφτιαξαν δύο καταφύγια σκάβοντας και οι ίδιοι, αλλά βάζοντας και αγγαρία τους Αυλωναρίτες. Το ένα καταφύγιο ήταν βορινά του σπιτιού του Παπακόσσυφα και το δεύτερο βορινά της πρώτης μεγάλης στροφής του δρόμου της Οκτωνιάς (εικονοστάσι Τούλας Καγκέλη). Στο Αυλωνάρι είχαν επιτάξει επίσης το σπίτι του Αναστάσιου Σταμούλη (Τασοφτιμή) και το είχαν κάνει οίκο ανοχής με έξη Ελληνίδες.
Οι Ιταλοί έφυγαν από το Αυλωνάρι το καλοκαίρι του 1943. Τρεις Ιταλοί πέταξαν τις στολές τους και τα όπλα και έμειναν στο Αυλωνάρι δουλεύοντας σε γεωργικές δουλειές. Τους επόμενους μήνες που ερχόντουσαν οι Γερμανοί ψάχνανε με μανία να βρούνε στη περιοχή Ιταλούς για να τους εκδικηθούνε. Όταν έφυγαν οι Ιταλοί στρατιώτες παρουσιάστηκαν στη περιοχή Αυλωναρίου οι πρώτοι αντάρτες.
Ο πρώτος Αυλωναρίτης που σκότωσαν οι Γερμανοί ήταν ο Γκιζελής Αναστάσιος (Τάτος). Ήταν 4 Αυγούστου του 1941 και οι Γερμανοί είχαν δέσει τα άλογά τους στη περιοχή Γερόντους. Ένα από αυτά έτρωγε τον φλοιό του κορμού μιας μουριάς που βρισκόταν στο χωράφι του Τάτου. Εκείνος επειδή ήταν και ελαφρός στο μυαλό άρχισε να πετροβολά το άλογο. Οι Γερμανοί τον είδαν, τον έπιασαν, τον έδεσαν και τον πήγαν στο καλύβι του Τσακλάνου. Ο Τάτος φώναζε και διψούσε, ώσπου κάποια στιγμή ο Γερμανός φρουρός τον πυροβόλησε.
Στις 4 Μαίου του 1944 σκότωσαν επίσης τον δεκαπεντάχρονο Βασίλη Τσούρτο. Σε μια από τις ξαφνικές τους εφόδους που έκαναν στο Αυλωνάρι, μια ομάδα από παιδιά φοβήθηκε και άρχισε να τρέχει για να κρυφτεί λίγο πιο πάνω από τον Πύργο. Οι Γερμανοί πυροβόλησαν τρέχοντας πίσω τους. Μια σφαίρα χτύπησε τον Βασίλη Τσούρτο στο κεφάλι και τον σκότωσε.
Επίσης εκτέλεσαν έναν Ωρολογιάτη Εβραίο τον Φεβρουάριο του 1944. Τον είχαν συλλάβει στο Ωρολόγι, στο σπίτι του και η εκτέλεση έγινε στον Πύργο του Αυλωναρίου στη βορινή πλευρά τις βραδινές ώρες. Ήταν η πρώτη Παρασκευή των χαιρετισμών και ο κόσμος βρισκόταν την ώρα της εκτέλεσης στην εκκλησία.
Την ίδια χρονιά το καλοκαίρι του 1944 εκτέλεσαν επίσης στο Πύργο του Αυλωναρίου δύο αντάρτες που είχαν πιάσει στην Οκτωνιά. Τους είχαν θάψει στο χωράφι βορινά του Πύργου. Ο ένας ήταν ο Βασίλης Λυκούδης από τη Χαλκίδα (ημερομηνία εκτέλεσης 15-6-1944) και ο δεύτερος ο Βαλσάμης Γιώργης από την Σκύρο (ημερομηνία εκτέλεσης 19-8-1944).



Βιβλιογραφία.
1) “Η Εύβοια υπό Κατοχή”. Ν. Αναγνωστόπουλου, Τόμος Α!, Αθήναι 1950
2) “Η κατάληψη της Χαλκίδας”. Δημήτρη Δεμερτζή, “ΕΥΒΟΙΑ 3”, Ετήσια έκδοση της εφημερίδας Προοδευτική Εύβοια, Χαλκίδα 1981
3) “Εικόνες Κατοχής”, Βάσου Μαθιόπουλου, Εκδόσεις Μετόπη, Αθήνα 1980
4) “Η Κατοχή 1941-1945”. Γιώργου Μαργαρίτη, “Ε-ΙΣΤΟΡΙΚΑ”, Έκδοση της εφημερίδας ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 16 Οκτωβρίου 2003
5) “Εφημερίδα ΔΡΟΜΟΣ”, Αρ. φύλλου 16, Αυλωνάρι Αύγουστος-Σεπτέμβριος 2001
6) Προφορικές αφηγήσεις Ντίνου Διονέλλη, Παναγιώτη Δημ. Παππά, Αναστάσιου Π. Χροναίου, Αυλωνάρι Ιανουάριος 2006
7) “Εθνική Αντίσταση” Ημερολόγιο Καπετάν Όρθυ, του Γιάννη Κ. Δουατζή, Εκδόσεις ΑΙΧΜΗ, Αθήνα 1983
Δεν υπάρχουν αναρτήσεις.
Δεν υπάρχουν αναρτήσεις.